ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΕΙΣ

- Η Γερμανία, οφείλει στην Ελλάδα πάνω από 70 δις ευρώ, από τον Πόλεμο! Στις 6 Απριλίου 1941 η Γερμανία εισέβαλε ύπουλα στην Ελλάδα, απλώνοντας τη μαύρη σκιά της Ναζιστικής Κατοχής, οδηγώντας πάνω από 600.000 Έλληνες στο θάνατο από πείνα και κακουχίες, ενώ σε 200.000 υπολογίζονται οι νεκροί στο πεδίο του Πολέμου 1940-΄44, μαζί με τους εκτελεσμένους, τα θύματα της Εθνικής Αντίστασης κ.α. Παράλληλα η Γερμανία, που οδήγησε σε τέτοια Γενοκτονία τον Ελληνισμό, κατέστρεψε ολοσχερώς όλες τις υποδομές της Ελλάδας, ενώ απέσπασε με τη βία "δάνειο" από την κατεχόμενη Τράπεζα της Ελλάδος, που ποτέ ως τώρα δεν επέστρεψε! Οι οφειλές της προς τη χώρα μας υπολογίζονται συντηρητικά σε τουλάχιστον 70 δις ευρώ, τα οποία θα μπορούσαν άμεσα να αλλάξουν τη δημοσιονομική και πραγματική εικόνα της Ελλάδος! Στο ποσό αυτό φυσικά δεν περιλαμβάνονται οι αποζημιώσεις που πρέπει να καταβάλει η Γερμανία στους συγγενείς των θυμάτων, που εκτέλεσε, έκαψε ή κατέστρεψε τις περιουσίες τους! Δείτε περισσότερα www.noiazomai.net

Στίγμα Θέσεων

Γιατί η Γνώση είναι Δύναμη και η Επίγνωση=Ελευθερία

Περιμένοντας τους Βαρβάρους

«Τον πτωχόν και πένητα λαόν σήκωσες από... της κοπριάς των Ελληνικών μυσαγμάτων (βδελυγμάτων) και κάθισες αυτόν μετά των αρχόντων του Ισραήλ, τον όντος λαόν αυτού»
Ευσέβιος ευαγγ. προπαρ. / εις τους ψαλμους / αλληλουια. ριβ΄ (23.1352.34) ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ (265-340 μ. Χ.)

8 Φεβ 2010

Ο Ακαρνάνας φιλόσοφος Χριστόδουλος Παμπλέκης (1733-1793)

Η γέννηση και η ζωή του Ο Χριστόδουλος Παμπλέκης γεννήθηκε το 1733 στη Μπαμπίνη Αιτωλοακαρνανίας.
Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στο χωριό του, πιθανόν στη Μονή του Αγίου Γεωργίου που ήταν μεγάλο πνευματικό κέντρο το 17ο και 18ο αιώνα.
Από μικρός έμεινε ορφανός από μητέρα.   Στα 4 ή 5 του χρόνια προσβλήθηκε από ευλογιά χάνοντας έτσι το αριστερό του μάτι, από την αρρώστια αυτή του έμειναν αρκετά σημάδια στο πρόσωπο.

Το Χρονικό της Μπαμπίνης γράφει: «Το ορφανό του Στάθη Παμπλέκη, ο Χριστόδουλος, απ’ την Απάνω Χώρα, ανιψιός του Στέφου Γατσή, πήγε στο Άγιο Όρος σχολείο και έγινε μεγάλος άνθρωπος.
Γι’ αυτόν μου μίλησε και ο Νίκος Μαυρομμάτης, ο γιατρός και ο Αινιάν, που πέρασαν απ’ εδώ με τον Καραϊσκάκη».  Ο πατέρας του Χριστόδουλου κατάγονταν από την περιοχή του Ολύμπου, απ' όπου ήρθε, για άγνωστο λόγο, στη Μπαμπίνη και παντρεύτηκε.
Γύρω στο 1740 ο Στάθης (Παμπλέκης) πρωταγωνιστεί σε ένα αιματηρό επεισόδιο με τους Τούρκους και αναγκάζεται να φύγει πάλι κλέφτης στον Όλυμπο παίρνοντας μαζί του και το μικρό Χριστόδουλο. Ύστερα από λίγο συνελήφθηκε από τους Τούρκους, γδάρθηκε ζωντανός και στη συνέχεια κομματιάστηκε
Το μικρό Χριστόδουλο πήρε υπό την προστασία του ένας Λιτοχωρίτης με το όνομα Καλλίας.
Ο μικρός πήγε σχολείο αρχικά στο Λιτόχωρο και αργότερα στη Ραψάνη.
Σε νεαρή ηλικία ο Χριστόδουλος πήγε το Άγιο Όρος και σπούδασε στην Αθωνιάδα Σχολή, την οποία διεύθυνε την εποχή αυτή ο Ευγένιος Βούλγαρης (1753). Μαθήτευσε δίπλα σε αξιόλογους νέους της εποχής (Σέργιος Μακραίος, Ιώσηπος Μοισιόδαξ, Κοσμάς ο Αιτωλός κ. α.) και έγινε μοναχός.
Ως δραστήριος, ανήσυχος και φιλομαθής που ήταν, μπλέχτηκε στις εσωτερικές διαμάχες των Κολλυβάδων του Αγίου Όρους που ξέσπασαν το 1756.
Έτσι, όπως και ο δάσκαλός του, γνώρισε τις λυσσαλέες επιθέσεις του συντηρητικού κατεστημένου του κλήρου και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χερσόνησο του Αγίου Όρους.
Έφυγε από το Άγιο Όρος μάλλον το 1759 και πήγε στην περιοχή του Ολύμπου όπου και δίδασκε, όπως φαίνεται από την Ακολουθία του Δημητρίου Γοβδελά, τη δεκαετία 1760-1770.

Το πότε και το γιατί έφυγε για την Ευρώπη, δεν είναι εύκολο να το προσδιορίσουμε.
Πιθανόν να πήγε για κάποιο διάστημα σε άλλα σχολεία και ίσως και στο χωριό του.
Αρχικά τον βρίσκουμε στη Βενετία, όπου παράλληλα με τις σπουδές του εργάζονταν σαν καθηγητής φιλοσοφίας και εκεί εκδίδει το πρώτο του βιβλίο το 1781.
Στη συνέχεια επισκέφτηκε τη Γαλλία και τη Γερμανία μαθαίνοντας τις δύο γλώσσες και μελετώντας τα κυκλοφορούντα κείμενα για τα φιλοσοφικά συστήματα της εποχής.
Δίδαξε στο σχολείο της Ελληνικής Κοινότητας της Βιέννης και στη συνέχεια στη Λειψία τα ελληνικά γράμματα σε νέους. Η Λειψία την εποχή εκείνη ήταν μεγάλο κέντρο σπουδών και ο Παμπλέκης αφοσιώθηκε στη μελέτη της φιλοσοφίας και τη σπουδή.

Η διένεξή του με την εκκλησία και ο θάνατος του
Ο Χριστόδουλος εντάσσεται στη δεύτερη γενιά των εκπροσώπων του Ελληνικού Διαφωτισμού μαζί με τον Ιώσηπο Μοισιόδαπα και το Δημήτριο Καταρτζή και ήταν ο μοναδικός συστηματικός φιλόσοφος του 18ου αιώνα.   Η επίσημη εκκλησία στράφηκε τότε ενάντια σε κάθε κίνημα του διαφωτισμού και στους εκπροσώπους του.
Ο Χριστόδουλος ήταν ο πρώτος από τους Έλληνες που δέχτηκε τις επιθέσεις της Εκκλησίας από την εποχή του Ανθρακίτη, γιατί εξέφρασε κάποιες πολύ προοδευτικές απόψεις για την εποχή του.
Όμως ο Παμπλέκης δεν ήταν άθεος, αλλά θεϊστής και επηρεασμένος άμεσα από τον Καρτέσιο, το Λάιμπιντς και το Λόκ ή το Βόλφ και κανείς από αυτούς τους φιλοσόφους δεν ήταν άθεος.

Ο σκοπός του Χριστόδουλου, όπως και του Διαφωτισμού, δεν ήταν η κατάλυση της Εκκλησίας, αλλά η επαναφορά της στην αξιοπρέπεια με την αναβίωση του αυθεντικού νοήματος του χριστιανισμού.
Εκεί εντάσσεται και η πολεμική του ενάντια σε μια μερίδα του κλήρου.

Το 1781 στο έργο του Αληθής Πολιτική γράφει για τη Χριστιανική θρησκεία: «Η εδική μας θρησκεία είναι σεβάσμιος για την αρχαιότητά της, καθαρά για τα ήθη της, υψηλή δια τα μυστήριά της και θεία δια την ιδίαν αυτής αρχή».      Και συνεχίζει παρακάτω:
«ώστε όπου ποιόν άλλο είναι ασφαλέστερον εις ημάς, ωσάν το να υποτασσώμεθα εις τους νόμους ενός Θεού, ο οποίος ύστερα αφ' ου εθεμελίωσε την αυτού εκκλησία μεταξύ εις τοσαύτα γένη εναντίον πασών των δυνάμεων της γης, υπεχρέωσεν όχι μόνος ταύτας τα ιδίας, αλλά και την αυτών υπερηφάνειαν και τα αυτών προλήψεις, να τον γνωρίσωσι δια ποιητήν τους, και να απονέμωσι την προσκύνησιν και την λατρείαν, η οποία πρέπει εις αυτόν… και άλλον πλέον δικαιότερον δυνάμεθα ημείς να κατορθώνωμεν; ώστιν τα να ενηγκαλισθώμεν μίαν στέρεαν διαδασκαλίαν δια τα τοσαύτα θαύματα, θεμελιωμένων με την ομολογία τοσούτων μαρτύρων… υπερασπιζομένην από μεγάλα και λαμπρά υποκείμενα, τοσούτον δια την καθαρότητα των ηθών τους, όσον κι δια την καθαρότητα του πνεύματος αυτών και την υψηλήν και βαθείαν αυτών μάθησιν; έξω από την πίστην πρέπει να έχωμεν προς τούτοις την αγάπην και τον φόβον του Θεού».

Το 1781, λοιπόν, με τα γραπτά του εξέφραζε τη βαθιά πίστη του στο Θεό και το σεβασμό του στη Χριστιανική πίστη και τους μάρτυρές της.
Διαλαλεί τη θρησκευτικότητά και την πίστη του και, ότι από αυτή εξαρτάται η ευτυχία του ανθρώπου: «η ιδία ημών ευτυχία δεν κρέμαται από άλλο, παρά από την ημητέραν πίστιν».
Μόνο με την πίστη μπορεί ο άνθρωπος να γίνει αγαθός, γράφει παρακάτω.
Ο Θεός είναι μέγας ευεργέτης της ανθρωπότητας, γιατί με το μαρτύριο του μονογενή Υιού του μας εξαγόρασε από τη «δουλεία του εχθρού».
Ο Δημήτριος Γοβδελάς εξέδωσε το 1793 ένα υβριστικό κείμενο, κυρίως εναντίον της προφορικής φιλοσοφίας του Παμπλέκη. Το βιβλίο αυτό στάθηκε η αφορμή για την εκρηκτική απάντηση του φιλοσόφου με το βιβλίο του Περί θεοκρατίας το 1793.
Στο βιβλίο του αυτό ο Παμπλέκης αμφισβητεί την εμπλοκή της Εκκλησίας στις κοσμικές υποθέσεις και στρέφεται ενάντια στις καταχρήσεις, στις υπερβολές και στις υπερβάσεις του κλήρου.
Φτάνει ακόμα και στην άρνηση της ίδιας της χριστιανικής πίστης, όπως όμως αυτή προβάλλεται από το ιερατείο. Όμως ο Παμπλέκης δεν πρόλαβε να δει αυτό το βιβλίο του τυπωμένο.
Πέθανε πριν προλάβει να ολοκληρωθεί η έκδοση του.
Ο φτωχός Χριστόδουλος είχε αφήσει την τελευταία του πνοή από άγνωστη αιτία, στο νοσοκομείο της Λειψίας στις αρχές Αύγουστο του 1793 σε ηλικία 60 ετών.
Η κηδεία του έγινε στις 4 Αυγούστου από τον ορθόδοξο ναό της πόλης.

Όταν κυκλοφόρησε το Περί θεοκρατίας από τους μαθητές και υποστηρικτές του Παμπλέκη, η επίσημη εκκλησία δε μπορούσε να αφήσει ατιμώρητη τέτοια συμπεριφορά και ειδικά ενός κληρικού.
Δυο μήνες μετά την Απάντηση του Χριστόδουλου έγινε ο συνοδικός αφορισμός του, έστω και αν ο Παμπλέκης δε ζούσε πια. 
Ο αφορισμός στρέφεται και εναντίον όλων των υποστηρικτών του, τους αναγνώστες των βιβλίων του και εναντίον αυτών που διαδίδουν τις απόψεις του. Ο πατριάρχης χαρακτηρίζει το βιβλίο βλάσφημο και ασεβές και στρέφεται γενικότερα και κατά του Διαφωτισμού. 
Το κείμενο του αφορισμού διαβάστηκε σε όλες τις ορθόδοξες εκκλησίες και κατέληγε με τη φράση: «Χριστόδουλον εκείνον φαμέν τον ετερόφθαλμον, τον κακή τύχη Ρουμελιώτη».
Η αντίδραση της Εκκλησίας έκανε όλους τους μαθητές και τους υποστηρικτές του Χριστόδουλου να σιωπήσουν, σ’ αυτό βοήθησε βέβαια και ο γρήγορος θάνατός του.
Το έργο του καλύπτεται από μια περίεργη σιωπή, σε εποχή μάλιστα που θα περίμενε κανείς να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής.
Όμως ο Ελληνισμός τώρα, περισσότερο ίσως από ποτέ, είχε μεγαλύτερη ανάγκη την αγάπη, την ομόνοια και τη συνεργασία ανάμεσα στην επίσημη Εκκλησία και στους πνευματικούς ανθρώπους του, ώστε να επιτύχει τη λύτρωση του γένους.

Η διατύπωση ακραίων θέσεων, όπως αυτές του Παμπλέκη, δεν ήταν κάτι μοναδικό την εποχή αυτή. Πολλές φορές στο παρελθόν ορισμένοι καλόγεροι του Αγίου Όρους έγραψαν κείμενα περισσότερο υβριστικά από την Απάντηση του Χριστόδουλου και δεν υπήρξε ανάλογη αντίδραση.
Τώρα όμως, η αθεΐα που προωθούνταν από μερίδα λογίων της Δύσεως και η προσπάθεια των Γάλλων να επιβάλλουν τη θρησκεία της θεοπιστίας και άλλες υλιστικές θεωρήσεις στα Επτάνησα, έκανε την επίσημη Εκκλησία να αντιδράσει και βρήκε πρόσφορο το πρόσωπο του Παμπλέκη.
Την αντίδραση αυτή τη θεώρησε επιτακτική και αναγκαία, γιατί ο κίνδυνος ήταν ορατός. Στη Κέρκυρα μάλιστα οι Γάλλοι βεβήλωσαν το σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνα.
Ο Χριστόδουλος όμως, ποτέ δεν ήταν άθεος, ποτέ δεν αμφισβήτησε την ύπαρξη του θεού, ούτε τη νομιμότητα της Εκκλησίας. Αμφισβητεί όμως την εμπλοκή της στις κοσμικές υποθέσεις και στρέφεται ενάντια στις καταχρήσεις, στις υπερβολές και στις υπερβάσεις του κλήρου. Το σημαντικό στο έργο του, είναι το ότι βεβαιώνει την ύπαρξη μέσα στον Ελληνικό πνευματικό χώρο ενός στοχασμού απαλλαγμένου τελείως από την παραδοσιακή θρησκευτική διδασκαλία.
Εκτός του υλιστικού και αθεϊστικού κινδύνου, η Εκκλησία περνούσε και μία περίοδο κρίσης αξιών, που έκανε πιο επιτακτική και αναγκαία την αντίδρασή της ενάντια σε κάθε αμφισβήτησή της, απ’ όπου και αν προέρχονταν.
Όμως οι αισχρές της συναλλαγές, η τυραννική εξουσία, τα οφίκια και όλη αυτή η υποκρισία γύρω από τα ιερά και τα όσια ενός τυραννισμένου λαού οδήγησαν τη δεδομένη στιγμή τον Παμπλέκη σε κάποιες ακραίες θέσεις.
Όμως, όπως γράφει ο Σάθας στη Νεοελληνική Φιλολογία, την εποχή αυτή: «η εκκλησία παρ’ όλη της ελεεινήν της κατάστασιν δεν έπαυσεν ου μόνον τους εν Ελλάδι φιλελεύθερους, αλλά και αυτούς τους εν Ευρώπη φιλοσόφους επιτηρούσα».
Παρακάτω στη Νεοελληνική Φιλολογία ο Σάθας αποκαλεί τον Παμπλέκη «Επίσημον του ημετέρου έθνος λόγιον», τον οποίον ο Γοβδελάς διέσυρε βάναυσα με ύβρεις, ενώ θεωρεί ο Σάθας, ότι ο Παμπλέκης ποτίστηκε από την επιπόλαια δημοκρατική φιλοσοφία και παρέκκλινε σε άτοπες φιλοσοφικές δοξασίες. Ακόμα και άκρατο ενθουσιασμό του καταλογίζει και κλείνοντας τον αναφέρει ως έναν λόγιο ισάξιο με τους άλλους λόγιους της εποχής του με ευρυμάθεια και ελληνική παιδεία, «ουδενός των τότε ύστερος κατά την ευρυμάθειαν, και την ελληνικήν ιδιώς παίδευσιν».

Ο ίδιος ο Χριστόδουλος γράφει στο Περί Θεοκρατίας, ότι ήταν μονόφθαλμος, γιατί έχασε το ένα του μάτι μικρός από ευλογιά. Για την αναπηρία του αυτή χλευάστηκε από τους εχθρούς του, οι οποίοι έλεγαν, ότι γεννήθηκε με ένα μάτι και ότι το επώνυμο Παμπλέκης προέρχεται από το μπλέκω, αυτός, δηλαδή, που ανακατεύει, μπλέκει τα πάντα. Ο Ζαβίρας γράφει, ότι ο Παμπλέκης έγινε «δε περίφημος μάλλον δια την ασεβειάν του ή δια την ευσεβειά του».
Μετά το θάνατό του οι μαθητές του ανέγειραν σε κήπο της Λειψίας μνημείο προς τιμή του με την επιγραφή: «Ενταύθα κείται ο φιλοσοφική σπουδή και τη των όντων θεωρία των εαυτού βίου αφοσιώσας λογιώτατος Χριστόδουλος Ευσταθίου ο εξ Ακαρνανίας, γεννηθείς μεν τω έτει 1733 θανών δε 1793 Αυγούστου 15».
Ο τάφος του ήταν σε μια πλατεία του δάσους του Ρόζενταλ έξω από την Λειψία. «Ο κατατρεγμός του πρωτομάρτυρα αυτού της ελεύθερης σκέψης» ξαναρχίζει το 1798 και κρατάει ως το 1880 με την έκδοση του Εξωστρακισμού.

Οι φιλοσοφικές του απόψεις
Το κύριο φιλοσοφικό έργο του Παμπλέκη είναι το Περί φιλοσόφου, φιλοσοφίας, φυσικών, μεταφυσικών, πνευματικών και θείων αρχών. 
Ωςφιλόσοφος ο Παμπλέκης δέχεται την ενότητα του κόσμου να εναντιώνεται στο μύθο.
Καταδικάζει την αυθεντία και τη δεισιδαιμονία και κηρύσσει την πίστη του στον ορθό λόγο και την ελευθερία του πνεύματος.
Απορρίπτει τον πανθεϊσμό του Spinoza και την αθεΐα του Holbach.
Ο χαρακτηρισμός του, ως οπαδός του Spinoza, ήταν μια πρόχειρη ετικέτα που του κόλλησαν οι διώκτες του, για να στηρίξουν τον λυσσαλέο πόλεμό τους.
Με το έργο Περί φιλοσόφου,… ο Παμπλέκης κάνει στροφή προς τη Σωκρατική αυτογνωσία και αυτό ήταν που προκάλεσε την αντίδραση των εχθρών του, δίδοντάς τους και το πρόσχημα να ξεκαθαρίσουν μαζί του τους λογαριασμούς τους. Για να στηρίξει τις θέσεις του ο Παμπλέκης χρησιμοποιεί και ιστορικές αναδρομές και συνάμα αποκαλύπτει τη δική του αντίληψη. Θεωρεί μεγάλο κακό το χωρισμό της θεωρίας από την πράξη, ο χωρισμός αυτός, κατά το φιλόσοφο, γέννησε πλήθος ανώφελων συζητήσεων.
Για τη φιλοσοφία υποστηρίζει, ότι αυτή αξίζει μονάχα όταν χρησιμοποιεί σωστά τις γνώσεις στην πράξη και ο τίτλος του φιλοσόφου δόθηκε εσφαλμένα, είτε σε στοχαστές που δίδασκαν την τυφλή αιτιοκρατία, είτε σε θεολόγους μάγους.
Ο Παμπλέκης επιθυμεί να διαχωρίσει τη φιλοσοφία από την αθεΐα, αφού αυτή αφαιρεί από τη φιλοσοφία την ηθική στην πρακτική της ουσία και για αυτό καταδικάζει τα αυστηρά ήθη του Μεσαίωνα, καυτηριάζει τους σχολαστικούς και εκφράζει την απορία του, για το πως τόλμησαν να αυτοαποκληθούν φιλόσοφοι άνθρωποι με τέτοιο αντιφιλοσοφικό χαρακτήρα.

Κατά τον Παμπλέκη η έννοια της ορθής φιλοσοφίας έρχεται σε αντιδιαστολή με το σκοταδισμό του νου, τη φαντασία, τα πάθη και τη δεισιδαιμονία της θεολογικής σκέψης, η οποία παραμένει δέσμια των κατώτερων ψυχικών δυνάμεων.  Η ορθή φιλοσοφία κατευθύνεται από τις ανώτερες, τις έλλογες δυνάμεις.
Ο Παμπλέκης δέχεται το χωρισμό του πνεύματος από το σώμα. Το πνεύμα το ορίζει ως ουσία ιερή και ευεργετική για το νου και αθάνατη και όποιος θεωρεί τη ψυχή θνητή, πρέπει να νομίζει το Θεό άδικο ή να δέχεται, ότι η αθλιότητα και η κακοδαιμονία του ανθρώπου μπορεί να βρει τη γιατρειά της πάνω σε αυτόν εδώ τον κόσμο.
Η οντολογική κατοχύρωση του πνεύματος αποδεικνύει την ύπαρξη του Θεού ως υπέρτατο πνεύμα και δέχεται την ιδέα του Θεού ως έμφυτη στον άνθρωπο. Η ύπαρξη του Θεού είναι βέβαια, και υπάρχουν για αυτό ηθικές, κοσμολογικές και μεταφυσικές αποδείξεις.
Ο Παμπλέκης δέχεται δύο είδη θεότητας: την υπερφυσική, που έχει ως πηγή μόνο τη Θεία Αποκάλυψη και τη φυσική, τη γνώση της οποίας αποκτούμαι με τα φυσικά φώτα του νου μας και παράλληλα την καλλιεργούμε με την επιστήμη. Η Θεία Αποκάλυψη εμφανίστηκε πριν από τη φιλοσοφία, οι ιδέες της όμως μπορούν να επιβεβαιωθούν και με το λόγο, ο οποίος είναι αυτάρκης και αυτόνομος. Η αυτονομία του είναι το βασικό γνώρισμα του.
Ο Παμπλέκης, λοιπόν, απέχει πολύ από την αισθησιοκρατία και ζητάει να στηρίξει τη Θεία Αποκάλυψη με το φιλοσοφικό λόγο. Δε δέχεται την εκκλησιαστική, τουλάχιστον, εκδοχή της θρησκείας και καταδίκασε τις απόψεις του Πυρρωνισμού ως διαλυτικές για την κοινωνική ζωή.
Ο Ακαρνάνας φιλόσοφος προσεγγίζει, με ένα δικό του απλοποιημένο τρόπο, την εκδοχή του πανθεϊστικού δεϊσμού. Ένα δεϊσμό που δέχεται το Θεό ως αρχιτέκτονα, όχι όμως κυβερνήτη του κόσμου και έναν πανθεϊσμό που ταυτίζει Θεό και Κόσμο. 
Την Εκκλησία τη θεωρεί ανθρώπινο κατασκεύασμα και όχι δημιούργημα του Θεού. 
Ένα κατασκεύασμα που έγινε για να βασιλεύουν οι άγιοι και να γίνονται βασιλείς βασιλέων. 
Βασιλείς θεάνθρωποι και μόνο αυτοί να κάθονται στο θρόνο του Θεού.
Η στάση του Παμπλέκη απέναντι στην καρτεσιανή φιλοσοφία είναι περίπλοκη.
Αν και στο χώρο της φυσικής δέχεται τις θέσεις του Newton, όμως πρόσκειται με συμπάθεια στην καρτεσιανή δυαρχία, την οποία δυαρχία επικαλείται στην πάλη του εναντίον του υλισμού.
Συνοψίζει θέσεις παρμένες από το Newton, για το πλήρες και το κενό, την ύλη και την έκταση και δέχεται τους βασικούς του νόμους (αρχή της αδράνειας, ισότητα δράσης και αντίδρασης κ.α.).
Ορίζει τα φυσικά σώματα ως εκτατές, διαιρετές και αδρανείς ουσίες με μόνιμη και θεμελιώδη ιδιότητα την ακινησία. Την κίνηση την ορίζει με βάση την αποδοχή του κενού, δηλαδή, σε αναφορά με τη θέση των σωμάτων στο διάστημα και όχι σε σχέση με τα άλλα σώματα. Πρώτη αιτία της κίνησης θεωρεί το Θεό. Όμως, κάθε πραγματική τοπική κίνηση, δεν προξενείται άμεσα από τη Θεία βούληση.

Ο Χριστόδουλος στο Περί Φιλοσόφου αρχίζει με την υπεράσπιση των απόψεων του Διαφωτισμού εξαίρωντας το Βολταίρο και το Ρουσσώ και κατηγορεί αυτούς που κατακρίνουν τα συγγράμματά τους, ενώ δεν αξιώθηκαν ούτε να τα διαβάσουν και ότι τους πολεμούν μόνο από άγνοια. 
Στη συνέχεια κάνει μία βίαιη και αθυρόστομη κριτική στον ορθόδοξο κλήρο και φτάνει μέχρι την συνολική και κατηγορηματική απόρριψη των βασικών δογμάτων της χριστιανικής θρησκείας.
Όμως, στο τέλος φτάνει στην παραδοχή του Θεού ως άπειρης ουσίας, θεωρώντας την ύπαρξή του αναγκαία.
Πολλές μελέτες και άρθρα έχουν γραφτεί γύρω από το έργο του Χριστόδουλου από λόγιους, φιλοσόφους και φιλολόγους τη μετέπειτα εποχή. Από τους σύγχρονους φιλοσόφους χαρακτηρίζεται ως μια σημαντική πνευματική προσωπικότητα της προεπαναστατικής περιόδου.
Τα τελευταία χρόνια βγαίνει το έργο του από το σκοτάδι και διερευνάται. Τα γνωστά έργα του είναι τρία. Είναι πιθανόν ο Παμπλέκης να έχει γράψει και άλλα έργα τα οποία ίσως δε διασώθηκαν ή δεν ταυτοποιήθηκαν.   Η συστηματική μελέτη του έργου του θα διαφωτίσει πλήρως το έργο και την «αινιγματική» μορφή του Ακαρνάνα φιλοσόφου.

Τα έργα του
1) Αληθής Πολιτική. Βενετία, 1781. Το έργο αυτό είναι μια διασκευή ενός γαλλικού έργου που τότε κυκλοφόρησε ανώνυμα και αποδίδεται στο Nicolos Remond. Το βιβλίο αρχίζει με τις αρχές και τους κανόνες της ευγενικής διακυβέρνησης που μας τους διδάσκουν ο νόμος της φύσεως και της ηθικής και τους εφαρμόζει η καθόλου πολιτική. Η πολιτική διδάσκει τον άνθρωπο πως να φτάσει στο επιθυμητό τέλος, την ευδαιμονία, δίνοντάς του τις αρχές και τους κανόνες που μπορεί να διαχειρίζεται για αυτό το σκοπό.
2) Περί φιλοσόφου, φιλοσοφίας, φυσικών, μεταφυσικών, πνευματικών και θείων αρχών. Βιέννη, 1786. Είναι το κύριο φιλοσοφικό του έργο, το οποίο όμως, δε μεταφέρει τις απόψεις συντηρητικών δυτικών φιλοσόφων, αλλά τις απόψεις των Γάλλων εγκυκλοπαιδιστών (Voltaire, Diderot, D’Holbach κ.α.) και δεν πρόκειται για «συλλογιμαίο έργο, αλλά για φιλοσοφική σύνθεση με ενιαία γραμμή». Ο Χριστόδουλος υιοθετεί τις θέσεις των Διαφωτιστών ενάντια στην αρχαιολατρεία και τον Αριστοτελισμό και παρουσιάζει τις θέσεις των νεωτέρων φιλοσόφων (Bacon, Descartes, Spinoza, Locke, Leibniz, Berkeley κ.α.). Το βιβλίο εκδόθηκε στη Βιέννη το 1786.
3) Απάντησις, Ανωνύμου προς τους άφρονας αυτού κατηγόρους επ’ ονομασθείσα περί θεοκρατίας, ότι άπας ο λόγος περί ταύτην στρεύει αρετής ου κατισχύσει ποτέ κακία. Λειψία, 1793.
Το βιβλίο αυτό ήταν η Απάντηση του Παμπλέκη, στην Ακολουθία του Διονύσιου Πλαταμώνος, όμως ο φιλόσοφος δεν πρόλαβε να δει το βιβλίο αυτό τυπωμένο. Πέθανε λίγες μέρες πριν ολοκληρωθεί η εκτύπωση. Η διαμάχη γύρω από το πρόσωπό του συνεχίστηκε και έφτασε έτσι στον συνοδικό αφορισμό του από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νεόφυτο Ζ΄ το Νοέμβριο του 1793.
Από το βιβλίο αυτό του Παμπλέκη δεν έχει σωθεί κανένα αντίτυπο. 
Το κείμενο μας είναι γνωστό γιατί περιέχεται στη δεύτερη έκδοση της Ακολουθίας του Διονυσίου.

Βιβλιογραφία
Αινιάν Γεωργίος. Συλλογή ανεκδότων συγγραμμάτων του Ευγενίου του Βουλγάρεως. Αθήνα,1838.
¶μαντος Κωνσταντίνος. Ιστορία Βυζαντινού κράτους. Αθήνα, 1939.
Ανωνύμου του Έλληνος: Ελληνική Νομαρχία. Επιμ., σχολ. Γ. Βαλέτα. Αθήνα, 1957.
Αραβαντινός Παναγιώτης. Βιογραφική συλλογή λόγιων της Τουρκοκρατίας Αθήνα, 1879.
Γεδεών Μανουήλ. Η πνευματική κίνηση του Γένους κατά τους ΙΗ΄ και ΙΘ΄ αι. Αθήνα. 1889.
Γεδεών Μανουήλ. Κανονικαί διατάξεις Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως. Κωνστ/πολη, 1888.
Δημαράς Κ. Θ. Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Αθήνα, 1989.
Ηλίου Φίλιππος. Η σιωπή για τον Χριστόδουλο Παμπλέκη. περ. Ιστορικά. Τευχ.4, (Δεκέμβριος 1985).
Κισσάβου Μαρία. Χριστόδουλος Ευσταθίου Ακαρνάν. Αρχεία Εταιρείας Αιτωλοακαρνανικών Σπουδών 1 (1958).
Κιτρομηλίδης Πασχάλης. Νεοελληνικός Διαφωτισμός Αθήνα, 1996.
Κονδύλης Παναγιώτης. Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Αθήνα, 1988.
Κούμας Μ. Ιστορία των ανθρωπίνων πράξεων. Αθήνα, 1967.
Κουρνούτος Γεώργιος. Λόγιοι της Τουρκοκρατίας. Αθήνα, 1955.
Κωστακιώτης Λάμπρος. Χριστόδουλος Ευσταθίου, ο αφορισμένος φιλόσοφος. π. Σκουφάς. τ. Ε΄ (1975).
Λαδάς Γ., Χατζηδήμος Α. Ελληνική βιβλιογραφία των ετών 1791-1795. Αθήνα, 1970.
Νούτσος Χ. Π. Ο Χριστόδουλος εξ Ακαρνανίας. περ. Ερανιστής. τομ. 17 (1981).
Παπατρέχας Γερ. Ηρ. Χριστόδουλος Παμπλέκης Ακαρνάν: ο από Μπαμπίνης Ξηρομέρου. Αγρίνιο, 1997.
Σαρδέλης Κώστας. Η καταγωγή του Χριστόδουλου εξ Ακαρνανίας. περ. Νέα Εστία. τ. 109 (1981).
Legrand Emile. Bibliographie Hellenique. Paris, 1928.

Γεώργιος Σπ. Μπαρμπαρούσης
Περιοδικό «τα Αιτωλικά» τομ. 9ος (Σεπτ.-Δεκ. 2007)
Έκδοση της Αιτωλικής Πολιτιστικής Εταιρείας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου